Briguant en grec
Traduction: briguant, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
αμφισβητώντας, αμφισβήτηση, αμφισβήτησης, αμφισβητήσει, αμφισβητεί
Autres langues
Mots associés / Définition (def): briguant
brigand definition, brigand synonyme, briguant antonymes, briguant grammaire, briguant mots croisés, briguant dictionnaire de langue grec, briguant en grec
Traductions
- brigue en grec - πλοκή, πρόγραμμα, συνωμοσία, συνωμοτώ
- briguent en grec - ερωτοτροπώ, δικαστήριο, αυλή, άμιλλα αμιλλώμενος, συναγωνίζονται, αγωνίζονται, που συναγωνίζονται, ...
Mots aléatoires
Briguant en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: αμφισβητώντας, αμφισβήτηση, αμφισβήτησης, αμφισβητήσει, αμφισβητεί
Traductions: αμφισβητώντας, αμφισβήτηση, αμφισβήτησης, αμφισβητήσει, αμφισβητεί