Cap en grec
Traduction: cap, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
κάπα, μπέρτα, ακρωτήριο, πατατούκα, ακρωτήρι, Cape, ακρωτηρίου
Autres langues
Mots associés / Définition (def): cap
cap 3000, cap antonymes, cap cinema, cap cinema rodez, cap cinéma, cap dictionnaire de langue grec, cap en grec
Traductions
- caoutchoucs en grec - λάστιχα, καουτσούκ, ελαστικά, ελαστικών, ελαστικό
- caoutchouteux en grec - ελαστικός, ελαστική, ελαστικό, λαστιχένια, ελαστικής
- capable en grec - αποτελεσματικός, ικανός, κατάλληλος, αποδοτικός, επιρρεπής, έντεχνος, ικανό, ...
- capacité en grec - ικανοποιημένο, πρόκριση, τεχνική, κύρος, αποτελεσματικότητα, ικανότητα, δύναμη, ...
Mots aléatoires
Cap en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: κάπα, μπέρτα, ακρωτήριο, πατατούκα, ακρωτήρι, Cape, ακρωτηρίου
Traductions: κάπα, μπέρτα, ακρωτήριο, πατατούκα, ακρωτήρι, Cape, ακρωτηρίου