Caractérisé en grec
Traduction: caractérisé, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
χαρακτηρισμένο, η οποία χαρακτηρίζεται από, χαρακτηρισμένα, η οποία χαρακτηρίζεται, που χαρακτηρίζεται από
Autres langues
Mots associés / Définition (def): caractérisé
caractérise antonymes, caractérise grammaire, caractérise l'escargot, caractérise la température d'un corps pur lorsqu'il change d'état, caractérise la tension représentant un son musical, caractérisé dictionnaire de langue grec, caractérisé en grec
Traductions
- caractérisant en grec - χαρακτηρισμού, χαρακτηριστικό, χαρακτηριστικές, γνωρίσματα, χαρακτηρίζον
- caractérisation en grec - εικόνα, χαρακτηρισμός, χαρακτηρισμό, χαρακτηρισμού, τον χαρακτηρισμό, το χαρακτηρισμό
- caractérisent en grec - χαρακτηρίζουν, χαρακτηρισμό, χαρακτηρίζει, χαρακτηρίσει, τον χαρακτηρισμό
- caractériser en grec - ταμπέλα, σήμα, προσδιορίζω, χαρακτηριστικό, ετικέτα, υπογράφω, αφιέρωμα, ...
Mots aléatoires
Caractérisé en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: χαρακτηρισμένο, η οποία χαρακτηρίζεται από, χαρακτηρισμένα, η οποία χαρακτηρίζεται, που χαρακτηρίζεται από
Traductions: χαρακτηρισμένο, η οποία χαρακτηρίζεται από, χαρακτηρισμένα, η οποία χαρακτηρίζεται, που χαρακτηρίζεται από