Chaperon en grec
Traduction: chaperon, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
σκούφος, θήκη, καβαλιέρος, τραγιάσκα, κουκούλα, συνοδός, συνοδεύω, εξειδικευμένου συνοδού, εξειδικευμένου συνοδού της
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): chaperon
cape chaperon rouge, chaperon antonymes, chaperon de mur, chaperon de mur point p, chaperon grammaire, chaperon dictionnaire de langue grec, chaperon en grec
Traductions
- chapelier en grec - καπελού, καπέλων
- chapelle en grec - παρεκκλήσι, ταινία, εξωκλήσι, λάρνακα, εκκλησάκι, ξωκλήσι, παρεκκλήσιο, ...
- chaperonner en grec - παρακολουθώ, ακολουθώ, τσιφλικάς, καβαλιέρος, ακολουθία, συνοδεύω, παραβρίσκομαι, ...
- chapiteau en grec - πρωτεύουσα, στέγη εισόδου, marquee, σκηνή, μεγάλων σκηνών, ορθογώνιο πλαίσιο
Mots aléatoires
Chaperon en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: σκούφος, θήκη, καβαλιέρος, τραγιάσκα, κουκούλα, συνοδός, συνοδεύω, εξειδικευμένου συνοδού, εξειδικευμένου συνοδού της
Traductions: σκούφος, θήκη, καβαλιέρος, τραγιάσκα, κουκούλα, συνοδός, συνοδεύω, εξειδικευμένου συνοδού, εξειδικευμένου συνοδού της