Charitable en grec

Traduction: charitable, Dictionnaire: français » grec

Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
ανθρωπιστικός, εύσπλαχνος, ήπιος, καλόβουλος, φρόνιμος, οικτρός, ευγενικά, καλοκάγαθος, επιεικής, ευμενής, φιλάνθρωπος, πρόσχαρος, αξιολύπητος, καλοήθης, συνετός, φιλανθρωπικές, φιλανθρωπικούς, φιλανθρωπικών, φιλανθρωπικά, φιλανθρωπικό
Charitable en grec
Mots associés
Autres langues

Mots associés / Définition (def): charitable

ame charitable, charitable anglais, charitable antonymes, charitable association, charitable bethune, charitable dictionnaire de langue grec, charitable en grec

Traductions

  • chariot en grec - πούλμαν, κουβαλώ, προπονητής, άμαξα, βαγόνι, άρμα, προπονώ, ...
  • charisme en grec - χάρισμα, το Χάρισμα, χάρισμά, Το Charisma, το χάρισμά
  • charité en grec - δείγμα, καλοσύνη, φιλανθρωπία, ψυχικό, φιλανθρωπίας, φιλανθρωπικό, φιλανθρωπική, ...
  • charivari en grec - πάταγος, σαματάς, κατακραυγή, θόρυβος, ντόρος, παραζάλη, αγανάκτηση, ...
Mots aléatoires
Charitable en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: ανθρωπιστικός, εύσπλαχνος, ήπιος, καλόβουλος, φρόνιμος, οικτρός, ευγενικά, καλοκάγαθος, επιεικής, ευμενής, φιλάνθρωπος, πρόσχαρος, αξιολύπητος, καλοήθης, συνετός, φιλανθρωπικές, φιλανθρωπικούς, φιλανθρωπικών, φιλανθρωπικά, φιλανθρωπικό