Chavirée en grec
Traduction: chavirée, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
ανατράπηκε, ανατροπή, αναποδογυρισμένες, ναυαγισμένο, ανατραπεί
Autres langues
Mots associés / Définition (def): chavirée
barge chavirée, chavirer définition, chavirer synonymes, chavirée antonymes, chavirée grammaire, chavirée dictionnaire de langue grec, chavirée en grec
Traductions
- chavirèrent en grec - ανατράπηκε, ανατροπή, αναποδογυρισμένες, ναυαγισμένο, ανατραπεί
- chaviré en grec - ανατράπηκε, ανατροπή, αναποδογυρισμένες, ναυαγισμένο, ανατραπεί
- chavirées en grec - ανέτρεψε, ανατράπηκε, ανατραπεί, ανατρέπεται, ανατροπής
- chavirés en grec - ανατράπηκε, ανατροπή, αναποδογυρισμένες, ναυαγισμένο, ανατραπεί
Mots aléatoires
Chavirée en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: ανατράπηκε, ανατροπή, αναποδογυρισμένες, ναυαγισμένο, ανατραπεί
Traductions: ανατράπηκε, ανατροπή, αναποδογυρισμένες, ναυαγισμένο, ανατραπεί