Clarifier en grec
Traduction: clarifier, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
βελτιώνω, έκδηλος, εκκαθαρίζω, εναργής, διασαφηνίζω, διαυγής, ραφινάρω, αποσαφηνίζω, διευκρινίζω, απαλλάσσω, ελευθερώνω, διευκρινίσει, αποσαφηνίσει, αποσαφήνιση, να διευκρινίσει, διευκρινιστεί
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): clarifier
beurre clarifier, clarifier antonymes, clarifier conjugaison, clarifier cuisine, clarifier du beurre, clarifier dictionnaire de langue grec, clarifier en grec
Traductions
- clarifie en grec - αποσαφηνίζει, διευκρινίζει, διασαφηνίζει, αποσαφηνίζεται
- clarifient en grec - αποσαφηνίζω, διασαφηνίζω, διευκρινίσει, αποσαφηνίσει, αποσαφήνιση, να διευκρινίσει, διευκρινιστεί
- clarifiez en grec - αποσαφηνίζω, διασαφηνίζω, διευκρινίσει, αποσαφηνίσει, αποσαφήνιση, να διευκρινίσει, διευκρινιστεί
- clarifions en grec - αποσαφηνίζω, διασαφηνίζω, διευκρινίσει, αποσαφηνίσει, αποσαφήνιση, να διευκρινίσει, διευκρινιστεί
Mots aléatoires
Clarifier en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: βελτιώνω, έκδηλος, εκκαθαρίζω, εναργής, διασαφηνίζω, διαυγής, ραφινάρω, αποσαφηνίζω, διευκρινίζω, απαλλάσσω, ελευθερώνω, διευκρινίσει, αποσαφηνίσει, αποσαφήνιση, να διευκρινίσει, διευκρινιστεί
Traductions: βελτιώνω, έκδηλος, εκκαθαρίζω, εναργής, διασαφηνίζω, διαυγής, ραφινάρω, αποσαφηνίζω, διευκρινίζω, απαλλάσσω, ελευθερώνω, διευκρινίσει, αποσαφηνίσει, αποσαφήνιση, να διευκρινίσει, διευκρινιστεί