Collégial en grec
Traduction: collégial, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
κολεγιακός, συλλογικό, συλλογικότητας, συλλογική, συλλογικού, συλλογικής
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): collégial
accord collégial, collégial aaa, collégial antonymes, collégial canada, collégial dec, collégial dictionnaire de langue grec, collégial en grec
Traductions
- collée en grec - κολλημένα, κολλημένο, κολλημένη, κολλημένες, κολληθεί
- collées en grec - κολλημένα, κολλημένο, κολλημένη, κολλημένες, κολληθεί
- collégien en grec - μαθητής, μαθητή, σχολιαρόπαιδο, schoolboy, μαθητής ακόμη
- collés en grec - κολλημένα, κολλημένο, κολλημένη, κολλημένες, κολληθεί
Mots aléatoires
Collégial en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: κολεγιακός, συλλογικό, συλλογικότητας, συλλογική, συλλογικού, συλλογικής
Traductions: κολεγιακός, συλλογικό, συλλογικότητας, συλλογική, συλλογικού, συλλογικής