Collecte en grec
Traduction: collecte, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
συγκεντρώνομαι, χωνεύω, συνδρομή, καθορισμένος, τοποθετώ, συγκεντρώνω, συλλογή, συλλογής, τη συλλογή, είσπραξη, είσπραξης
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): collecte
collecte antonymes, collecte assurance vie 2013, collecte bouchons, collecte capsules nespresso, collecte de bouchons, collecte dictionnaire de langue grec, collecte en grec
Traductions
- collatérale en grec - εγγύηση, εξασφαλίσεων, εξασφαλίσεις, παράπλευρες, ασφάλειες
- colle en grec - μέγεθος, κολλώ, κόλλα, μαστίχα, κόλλας, της κόλλας, κόλλα που, ...
- collecter en grec - συλλέγω, απόθεμα, κασμάς, αποθησαυρίζω, συσσωρεύω, κομπόδεμα, μαζεύω, ...
- collecteur en grec - εκκαθαριστής, συλλέκτης, συλλογικός, παραλήπτης, πολλαπλή, πολλαπλής, συλλέκτη, ...
Mots aléatoires
Collecte en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: συγκεντρώνομαι, χωνεύω, συνδρομή, καθορισμένος, τοποθετώ, συγκεντρώνω, συλλογή, συλλογής, τη συλλογή, είσπραξη, είσπραξης
Traductions: συγκεντρώνομαι, χωνεύω, συνδρομή, καθορισμένος, τοποθετώ, συγκεντρώνω, συλλογή, συλλογής, τη συλλογή, είσπραξη, είσπραξης