Composé en grec
Traduction: composé, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
απαρτίζεται, που αποτελείται, κατασκευασμένα, αποτελείται, αποτελούνται
Autres langues
Mots associés / Définition (def): composé
commentaire compose, compose antonymes, compose grammaire, compose mots croisés, compose signification, composé dictionnaire de langue grec, composé en grec
Traductions
- composant en grec - εξάρτημα, στοιχείο, συστατικός, συστατικό, συνιστώσα, συστατικού, στοιχείου
- composante en grec - στοιχείο, εξάρτημα, συστατικός, συστατικό, συνιστώσα, συστατικού, στοιχείου
- composent en grec - συνθέτω, αποτελώ, συγκροτώ, επάνω, πάνω, μέχρι, έως, ...
- composer en grec - σώμα, συναθροίζω, μάζεμα, διπλώνω, επιδεινώνω, καντράν, σκελετός, ...
Mots aléatoires
Composé en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: απαρτίζεται, που αποτελείται, κατασκευασμένα, αποτελείται, αποτελούνται
Traductions: απαρτίζεται, που αποτελείται, κατασκευασμένα, αποτελείται, αποτελούνται