Confédération en grec
Traduction: confédération, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
συνασπισμός, ομοσπονδία, ένωση, συνομοσπονδία, σχέση, πρωτάθλημα, σωματειακός, κατηγορία, Συνομοσπονδίας, Συνομοσπονδίας για
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): confédération
confederation, confédération africaine de football, confédération antonymes, confédération buralistes, confédération du logement, confédération dictionnaire de langue grec, confédération en grec
Traductions
- confère en grec - δίνει, παρέχει, δίδει, εκδίδει, προσφέρει
- confèrent en grec - συσκέπτομαι, προσφέρω, χορηγώ, παρέχουν, προσδίδουν, απονέμουν, αναθέτουν, ...
- confédérer en grec - πρωτάθλημα, συνασπισμός, σύμμαχος, κατηγορία, συνασπίζομαι, συνένοχος, συνασπίζω, ...
- confédéré en grec - συνασπίζομαι, συνένοχος, συνασπίζω, confederate, Συνομοσπονδιακές
Mots aléatoires
Confédération en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: συνασπισμός, ομοσπονδία, ένωση, συνομοσπονδία, σχέση, πρωτάθλημα, σωματειακός, κατηγορία, Συνομοσπονδίας, Συνομοσπονδίας για
Traductions: συνασπισμός, ομοσπονδία, ένωση, συνομοσπονδία, σχέση, πρωτάθλημα, σωματειακός, κατηγορία, Συνομοσπονδίας, Συνομοσπονδίας για