Connecter en grec
Traduction: connecter, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
ενοποιώ, κατατάσσομαι, σύνθετος, επιδεινώνω, συγχωνεύομαι, συνδέω, γραβάτα, κρίκος, ενώνω, συσχετίζω, αλληλοσυνδέω, συνέταιρος, συνενώνω, δένω, ενσωματώνω, συνδυάζω, συνδεθείτε, συνδεθείτε με, συνδεθείτε στον, συνδέεστε, συνδεθείτε στο
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): connecter
comment connecter, connecter a skype, connecter antonymes, connecter facebook, connecter gmail, connecter dictionnaire de langue grec, connecter en grec
Traductions
- connecte en grec - συνδέει, συνδέει την, συνδέσεις άλλων server, συνδέει τον, συνδέσεις άλλων
- connectent en grec - συνδέω, συνδεθείτε, συνδέστε, συνδέσετε, συνδέουν, συνδεθεί
- connecteur en grec - πρίζα, γρύλος, βύσμα, σύνδεσμος, υποδοχή, συνδετήρα, συνδετήρας
- connectez en grec - συνδέω, συνδεθείτε, συνδέστε, συνδέσετε, συνδέουν, συνδεθεί
Mots aléatoires
Connecter en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: ενοποιώ, κατατάσσομαι, σύνθετος, επιδεινώνω, συγχωνεύομαι, συνδέω, γραβάτα, κρίκος, ενώνω, συσχετίζω, αλληλοσυνδέω, συνέταιρος, συνενώνω, δένω, ενσωματώνω, συνδυάζω, συνδεθείτε, συνδεθείτε με, συνδεθείτε στον, συνδέεστε, συνδεθείτε στο
Traductions: ενοποιώ, κατατάσσομαι, σύνθετος, επιδεινώνω, συγχωνεύομαι, συνδέω, γραβάτα, κρίκος, ενώνω, συσχετίζω, αλληλοσυνδέω, συνέταιρος, συνενώνω, δένω, ενσωματώνω, συνδυάζω, συνδεθείτε, συνδεθείτε με, συνδεθείτε στον, συνδέεστε, συνδεθείτε στο