Constituer en grec
Traduction: constituer, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
δημιουργώ, πτυχή, σώμα, αντιπροσωπεύω, διπλώνω, βρήκα, παράγω, μορφή, ιδρύω, εργοστάσιο, περιλαμβάνω, φτιάχνω, γεννοβολώ, κατασκευάζω, προτείνω, εξαναγκάζω, συνιστούν, συνιστά, αποτελούν, αποτελεί, αποτελέσει
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): constituer
conjugaison constituer, constituer antonymes, constituer avocat, constituer dossier location, constituer définition, constituer dictionnaire de langue grec, constituer en grec
Traductions
- constitue en grec - είναι, αποτελεί, έχει, βρίσκεται, είναι η
- constituent en grec - αποτελώ, συγκροτώ, είναι, Δεν, αποτελούν, έχουν, οι
- constituez en grec - συγκροτώ, αποτελώ, ενσωματώνουν, ενσωματώνουν τη, ενσωματώνουμε, υιοθετούν αποτελεσματικότερα, υιοθετούν αποτελεσματικότερα τη
- constituons en grec - αποτελώ, συγκροτώ, οικοδομούν
Mots aléatoires
Constituer en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: δημιουργώ, πτυχή, σώμα, αντιπροσωπεύω, διπλώνω, βρήκα, παράγω, μορφή, ιδρύω, εργοστάσιο, περιλαμβάνω, φτιάχνω, γεννοβολώ, κατασκευάζω, προτείνω, εξαναγκάζω, συνιστούν, συνιστά, αποτελούν, αποτελεί, αποτελέσει
Traductions: δημιουργώ, πτυχή, σώμα, αντιπροσωπεύω, διπλώνω, βρήκα, παράγω, μορφή, ιδρύω, εργοστάσιο, περιλαμβάνω, φτιάχνω, γεννοβολώ, κατασκευάζω, προτείνω, εξαναγκάζω, συνιστούν, συνιστά, αποτελούν, αποτελεί, αποτελέσει