Cornu en grec
Traduction: cornu, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
αυτός που έχει κέρατα, κέρατα, κερασφόρου, κερασφόρο, κερασφόρα
Autres langues
Mots associés / Définition (def): cornu
chapeau cornu, chateau chapeau cornu, chateau cornu, cornu antonymes, cornu architecte, cornu dictionnaire de langue grec, cornu en grec
Traductions
- cornichon en grec - αγγουράκι, αγγουριού, αγγουράκια, αγγούρι, αγγουράκι τουρσί
- cornouailles en grec - Κορνουάλη, Cornwall, Κορνουάλης, Κορνουάλλη, την Κορνουάλη
- cornue en grec - αντίλογος, ανταπαντώ, αποστακτήρας, αποστακτήρα, αποστακτήρος, κάμινο κέρατος
- corné en grec - καυλιάρης, horny, κερατώδες, κεράτινη, κεράτινης
Mots aléatoires
Cornu en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: αυτός που έχει κέρατα, κέρατα, κερασφόρου, κερασφόρο, κερασφόρα
Traductions: αυτός που έχει κέρατα, κέρατα, κερασφόρου, κερασφόρο, κερασφόρα