Correct en grec
Traduction: correct, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
διορθώνω, άψογος, αλάθητος, δεξιός, σωστός, καθωσπρέπει, αδιάπτωτος, τακτικός, ευπρεπής, δικαίωμα, ακριβής, ανοικτός, συνεχής, καθαρός, ομαλός, πρέπων, ορθός, σωστή, ορθή
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): correct
auboisement correct, auto correct, benabar, correct antonymes, correct bronson slim chino, correct dictionnaire de langue grec, correct en grec
Traductions
- corpulent en grec - παχύσαρκος, γεροδεμένος, εύσωμος, τροφαντός, εύσαρκος, εύσαρκης, παχύσαρκα
- corpuscule en grec - κύτταρο, μόριο, σωματίδιο, σωμάτιο, αιμοσφαίριο, αιμοσφαιρίων, corpuscle
- correctement en grec - σωστός, ευπρεπέστατα, σωστά, διορθώνω, δεξιός, δικαίωμα, ορθώς, ...
- correcteur en grec - σημάδι, διορθωτής, διορθωτή, διόρθωσης, corrector, διόρθωσης της
Mots aléatoires
Correct en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: διορθώνω, άψογος, αλάθητος, δεξιός, σωστός, καθωσπρέπει, αδιάπτωτος, τακτικός, ευπρεπής, δικαίωμα, ακριβής, ανοικτός, συνεχής, καθαρός, ομαλός, πρέπων, ορθός, σωστή, ορθή
Traductions: διορθώνω, άψογος, αλάθητος, δεξιός, σωστός, καθωσπρέπει, αδιάπτωτος, τακτικός, ευπρεπής, δικαίωμα, ακριβής, ανοικτός, συνεχής, καθαρός, ομαλός, πρέπων, ορθός, σωστή, ορθή