Correction en grec
Traduction: correction, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
ρυθμίζω, μεταρρύθμιση, προσαρμόζω, διορθώνω, απόδειξη, σωστός, μεταρρυθμίζω, επισκευάζω, διόρθωμα, ανασχηματισμός, πειστήριο, διόρθωση, αναμόρφωση, τροπολογία, διόρθωσης, διορθώσεως, τη διόρθωση, η διόρθωση
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): correction
correction anglais, correction antonymes, correction automatique, correction automatique iphone, correction bac, correction dictionnaire de langue grec, correction en grec
Traductions
- correctement en grec - σωστός, ευπρεπέστατα, σωστά, διορθώνω, δεξιός, δικαίωμα, ορθώς, ...
- correcteur en grec - σημάδι, διορθωτής, διορθωτή, διόρθωσης, corrector, διόρθωσης της
- correctionnel en grec - σωφρονιστικός, σωφρονιστικά, σωφρονιστικό, σωφρονιστικών, σωφρονιστική
- correspond en grec - σπίρτα, παιχνίδια, τα παιχνίδια, αγώνες, αντιστοιχία
Mots aléatoires
Correction en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: ρυθμίζω, μεταρρύθμιση, προσαρμόζω, διορθώνω, απόδειξη, σωστός, μεταρρυθμίζω, επισκευάζω, διόρθωμα, ανασχηματισμός, πειστήριο, διόρθωση, αναμόρφωση, τροπολογία, διόρθωσης, διορθώσεως, τη διόρθωση, η διόρθωση
Traductions: ρυθμίζω, μεταρρύθμιση, προσαρμόζω, διορθώνω, απόδειξη, σωστός, μεταρρυθμίζω, επισκευάζω, διόρθωμα, ανασχηματισμός, πειστήριο, διόρθωση, αναμόρφωση, τροπολογία, διόρθωσης, διορθώσεως, τη διόρθωση, η διόρθωση