Créons en grec
Traduction: créons, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
δημιουργώ, δημιουργήσετε, δημιουργήσουν, δημιουργούν, δημιουργήσει, να δημιουργήσει
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): créons
créons antonymes, créons conjugaison, créons crayons, créons dansons mimons, créons demain ensemble, créons dictionnaire de langue grec, créons en grec
Traductions
- créneler en grec - σκορ, σκοράρω, εικοσαριά
- crénelé en grec - οδοντωτές, οδοντωτό δαντελωτό, οδοντωτό, του τετραγωνισμένου, τετραγωνισμένου
- créosote en grec - κριεζότο, κρεόσωτο, κρεοσώτου, το κρεόσωτο, με κρεόσωτο
- crépi en grec - λευκοπλάστης, γύψος, πρόχειρο σχέδιο, σοβατίσματος, λάσπωμα, σοβάτισμα, πρόχειρο επίχρισμα
Mots aléatoires
Créons en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: δημιουργώ, δημιουργήσετε, δημιουργήσουν, δημιουργούν, δημιουργήσει, να δημιουργήσει
Traductions: δημιουργώ, δημιουργήσετε, δημιουργήσουν, δημιουργούν, δημιουργήσει, να δημιουργήσει