Crever en grec
Traduction: crever, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
σκίζω, διχοτομία, ρωγμή, χάσμα, θλάση, καταστρέφω, ραγίζω, αποθνήσκω, ξέσπασμα, τσιμπώ, θραύση, σχίζω, κεντρίζω, κέντημα, πεθάνω, μοιράζω, πεθαίνω, κύβος, πεθαίνουν, πεθάνει, πεθάνουν
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): crever
comment crever, crever antonymes, crever conjugaison, crever des pneus, crever en anglais, crever dictionnaire de langue grec, crever en grec
Traductions
- crevasser en grec - ράγισμα, σπάζω, ρωγμή, ραγίζω, σκάσιμο, CHAP, κεφ, ...
- crevassé en grec - ραγισμένος, ραγισμένα, ραγισμένο, ραγίσει, πυρολυμένου
- crevette en grec - γαρίδα, γαρίδες, γαρίδας, γαρίδων, αλιείας γαρίδας
- cri en grec - στριγγλίζω, κραυγή, κατακραυγή, επιτήδευμα, αγανάκτηση, φωνάζω, κραυγάζω, ...
Mots aléatoires
Crever en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: σκίζω, διχοτομία, ρωγμή, χάσμα, θλάση, καταστρέφω, ραγίζω, αποθνήσκω, ξέσπασμα, τσιμπώ, θραύση, σχίζω, κεντρίζω, κέντημα, πεθάνω, μοιράζω, πεθαίνω, κύβος, πεθαίνουν, πεθάνει, πεθάνουν
Traductions: σκίζω, διχοτομία, ρωγμή, χάσμα, θλάση, καταστρέφω, ραγίζω, αποθνήσκω, ξέσπασμα, τσιμπώ, θραύση, σχίζω, κεντρίζω, κέντημα, πεθάνω, μοιράζω, πεθαίνω, κύβος, πεθαίνουν, πεθάνει, πεθάνουν