Décaper en grec
Traduction: décaper, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
αποσαφηνίζω, χτενίζω, διασαφηνίζω, τρίβω, καθαρίζω, καθαρός, καταναλώνω, καθαρίζουν, scour, ξεπλένω, διατρέξει τα
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): décaper
comment décaper, décaper antonymes, décaper bois, décaper bois vernis, décaper carrelage, décaper dictionnaire de langue grec, décaper en grec
Traductions
- décanteur en grec - οικιστής, καράφα, απόχυσης, αποχύσεως, ντεκάντερ, καραφών
- décapant en grec - αφαίρεσης, remover, απομάκρυνσης, εξολκέα, αφαίρεσης του
- décapiter en grec - αποκεφαλίζω, αποκεφαλίσει, αποκεφαλίσουν, να αποκεφαλίσει
- décapotable en grec - μετατρέψιμος, Μετατρέψιμων, Μετατρέψιμα, Convertible, Μετατρέψιμου
Mots aléatoires
Décaper en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: αποσαφηνίζω, χτενίζω, διασαφηνίζω, τρίβω, καθαρίζω, καθαρός, καταναλώνω, καθαρίζουν, scour, ξεπλένω, διατρέξει τα
Traductions: αποσαφηνίζω, χτενίζω, διασαφηνίζω, τρίβω, καθαρίζω, καθαρός, καταναλώνω, καθαρίζουν, scour, ξεπλένω, διατρέξει τα