Déchargées en grec
Traduction: déchargées, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
απορρίπτονται, αποφορτιστεί, εξιτήριο, αποβάλλονται, εκκενώνεται
Autres langues
Mots associés / Définition (def): déchargées
batteries déchargées, déchargées antonymes, déchargées grammaire, déchargées mots croisés, déchargées signification, déchargées dictionnaire de langue grec, déchargées en grec
Traductions
- déchargé en grec - απορρίπτονται, αποφορτιστεί, εξιτήριο, αποβάλλονται, εκκενώνεται
- déchargée en grec - απορρίπτονται, αποφορτιστεί, εξιτήριο, αποβάλλονται, εκκενώνεται
- déchargés en grec - εκφορτώνονται, εκφόρτωση, εκφορτωθεί, εκφορτωθούν, εκφορτώνεται
- décharné en grec - κοκαλιάρης, τσιγκούνης, καταβεβλημένος, κάτισχνος, ισχνός, αδυνατισμένος, απισχνασμένα, ...
Mots aléatoires
Déchargées en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: απορρίπτονται, αποφορτιστεί, εξιτήριο, αποβάλλονται, εκκενώνεται
Traductions: απορρίπτονται, αποφορτιστεί, εξιτήριο, αποβάλλονται, εκκενώνεται