Défendable en grec
Traduction: défendable, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
υπερασπίσιμη, εξηγήσιμο, υποστηρίξιμη, δικαιολογητέα, ευσταθεί
Autres langues
Mots associés / Définition (def): défendable
antonyme de défendable, cause défendable, contraire de défendable, défendable antonymes, défendable grammaire, défendable dictionnaire de langue grec, défendable en grec
Traductions
- défectuosité en grec - αποστατώ, φτιάξιμο, ελάττωμα, λάθος, ατέλεια, ατέλειας, ατέλειες, ...
- défend en grec - υπερασπίζεται, υπερασπίζει, υπερασπίζεται τον, προασπίζεται, προασπίζει
- défendant en grec - υπεράσπιση, υπερασπίζοντας, υπερασπίζεται, την υπεράσπιση, προάσπιση
- défendent en grec - υπερασπίζομαι, προστατεύω, αμύνομαι, υπερασπίζω, υπερασπιστεί, υπερασπιστούν, υπερασπίσει, ...
Mots aléatoires
Défendable en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: υπερασπίσιμη, εξηγήσιμο, υποστηρίξιμη, δικαιολογητέα, ευσταθεί
Traductions: υπερασπίσιμη, εξηγήσιμο, υποστηρίξιμη, δικαιολογητέα, ευσταθεί