Dégoûtant en grec
Traduction: dégoûtant, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
απαίσιος, αποτροπιαστικός, βρόμικος, εναγής, διαβολικός, ειδεχθής, άθλιος, αηδιαστικός, απεχθής, αντιπαθητικός, βδελυρός, απωθητικός, επαναστατικός, ανέντιμος, αηδιαστικό, αηδιαστική, αηδιαστικές, αηδιαστικά
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): dégoûtant
bruit dégoûtant, dégoutant synonyme, dégoûtant antoine guilloppé, dégoûtant antonymes, dégoûtant comme un éléphant, dégoûtant dictionnaire de langue grec, dégoûtant en grec
Traductions
- dégoutter en grec - καταβρέχω, στάζω, σταλάζω, μικροποσότητα, σταγόνα, στάγδην, στάλαξης, ...
- dégoût en grec - απροθυμία, μνησικακία, σίχαμα, φρίκη, αντιπάθεια, αηδία, αντιπαθώ, ...
- dégoûter en grec - αηδία, φρίκη, αηδιάζουν, αηδιάσει, σιχασιά
- dégoûté en grec - ωραίος, αψίκορος, αηδιάζων, αηδιασμένος, αηδία, αηδιασμένη, αηδιάσει
Mots aléatoires
Dégoûtant en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: απαίσιος, αποτροπιαστικός, βρόμικος, εναγής, διαβολικός, ειδεχθής, άθλιος, αηδιαστικός, απεχθής, αντιπαθητικός, βδελυρός, απωθητικός, επαναστατικός, ανέντιμος, αηδιαστικό, αηδιαστική, αηδιαστικές, αηδιαστικά
Traductions: απαίσιος, αποτροπιαστικός, βρόμικος, εναγής, διαβολικός, ειδεχθής, άθλιος, αηδιαστικός, απεχθής, αντιπαθητικός, βδελυρός, απωθητικός, επαναστατικός, ανέντιμος, αηδιαστικό, αηδιαστική, αηδιαστικές, αηδιαστικά