Délabré en grec
Traduction: délabré, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
αδύναμος, ανίσχυρος, ασθενικός, σαραβαλιασμένος, ερειπωμένο, ερειπωμένα, παλαιότητα, ερειπωμένες
Autres langues
Mots associés / Définition (def): délabré
délabré antonymes, délabré dictionnaire, délabré en anglais, délabré grammaire, délabré mots croisés, délabré dictionnaire de langue grec, délabré en grec
Traductions
- délabrement en grec - ερείπωση, ρήμαγμα, ερείπωσης, κακή κατάσταση, άθλια κατάσταση
- délabrer en grec - σαπίζω, βλάβη, ζημιά, συνθλίβω, συνωστισμός, καταναλώνω, εκμηδενίζω, ...
- délacer en grec - λύνω, λύω
- délai en grec - χουρμάς, καιρός, αναστολή, χρόνος, διορία, πίνακας, φορά, ...
Mots aléatoires
Délabré en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: αδύναμος, ανίσχυρος, ασθενικός, σαραβαλιασμένος, ερειπωμένο, ερειπωμένα, παλαιότητα, ερειπωμένες
Traductions: αδύναμος, ανίσχυρος, ασθενικός, σαραβαλιασμένος, ερειπωμένο, ερειπωμένα, παλαιότητα, ερειπωμένες