Délectation en grec
Traduction: délectation, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
ηδονή, ευφροσύνη, χαρά, ευχαρίστηση, ευδαιμονία, αρέσκεια, εντρυφώ, απόλαυση, απόλαυσης, την απόλαυση
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): délectation
délectation antonymes, délectation citation, délectation culinaire, délectation définition, délectation définition larousse, délectation dictionnaire de langue grec, délectation en grec
Traductions
- délayer en grec - αραιώνω, λιγνός, αραιός, ψιλός, λεπτός, λεπτό, λεπτή, ...
- délectable en grec - ευφρόσυνος, απολαυστικός, αξιολάτρευτος, ευχάριστος, νόστιμος, τερπνός, απολαυστικά, ...
- délecter en grec - ηδονή, ευφροσύνη, χαρά, εντρυφώ, απόλαυση, ευχαρίστηση, απόλαυσης, ...
- délester en grec - ανακούφιση, ανακουφίσει, ανακουφίσουν, την ανακούφιση, ανακούφιση από
Mots aléatoires
Délectation en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: ηδονή, ευφροσύνη, χαρά, ευχαρίστηση, ευδαιμονία, αρέσκεια, εντρυφώ, απόλαυση, απόλαυσης, την απόλαυση
Traductions: ηδονή, ευφροσύνη, χαρά, ευχαρίστηση, ευδαιμονία, αρέσκεια, εντρυφώ, απόλαυση, απόλαυσης, την απόλαυση