Délire en grec
Traduction: délire, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
τρέλα, παραλήρημα, παραληρήματος, το παραλήρημα, ντελίριο, συγχυτικοδιεγερτική κατάσταση
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): délire
delire, définition délire, délire antonymes, délire d'interprétation, délire de persécution, délire dictionnaire de langue grec, délire en grec
Traductions
- délions en grec - χαλαρώνω, μολάρω, λύνω, αποδέσμευση, αποδέσμευση της, λύσει, αποσύνδεση
- délirant en grec - έξαλλος, παραληρεί, συγχυτικοδιεγερτική κατάσταση, παραληρηματική, σε συγχυτικοδιεγερτική κατάσταση
- délirer en grec - διθυραμβικός, ενθουσιώδης, rave, διθυραμβικές, ρέιβ, rave τις, πολύ καλές
- délit en grec - πταίσμα, αδίκημα, προσβολή, παράβαση, αδικήματος, παράβασης, αξιόποινη πράξη
Mots aléatoires
Délire en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: τρέλα, παραλήρημα, παραληρήματος, το παραλήρημα, ντελίριο, συγχυτικοδιεγερτική κατάσταση
Traductions: τρέλα, παραλήρημα, παραληρήματος, το παραλήρημα, ντελίριο, συγχυτικοδιεγερτική κατάσταση