Désertèrent en grec
Traduction: désertèrent, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
έρημη, ερημική, εγκαταλελειμμένο, ερημικές, ερειπωμένο
Autres langues
Mots associés / Définition (def): désertèrent
désertèrent antonymes, désertèrent grammaire, désertèrent mots croisés, désertèrent signification, désertèrent synonyme, désertèrent dictionnaire de langue grec, désertèrent en grec
Traductions
- désertons en grec - εγκαταλείποντας, εγκαταλείπουν, λιποτακτήσει, εγκαταλείποντας τα, την εγκατάλειψη των
- déserté en grec - έρημη, ερημική, εγκαταλελειμμένο, ερημικές, ερειπωμένο
- désertée en grec - έρημη, ερημική, εγκαταλελειμμένο, ερημικές, ερειπωμένο
Mots aléatoires
Désertèrent en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: έρημη, ερημική, εγκαταλελειμμένο, ερημικές, ερειπωμένο
Traductions: έρημη, ερημική, εγκαταλελειμμένο, ερημικές, ερειπωμένο