Désintégrer en grec
Traduction: désintégrer, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
σπάζω, αντεπίθεση, διάλλειμα, συνωστισμός, διάλειμμα, συνθλίβω, ζουλώ, αποσυντεθεί, αποσυντίθενται, διαλυθεί, διασπώνται, αποσαθρώνονται
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): désintégrer
désintégrer antonymes, désintégrer conjugaison, désintégrer du papier, désintégrer film, désintégrer grammaire, désintégrer dictionnaire de langue grec, désintégrer en grec
Traductions
- désinfectés en grec - απολυμαίνονται, να απολυμαίνονται, απολυμανθεί, απολυμαίνεται, απολύμανση
- désintégration en grec - παρακμή, σαπίζω, ρήξη, παρακμάζω, φθορά, αποσύνθεση, διάλυση, ...
- désintéressement en grec - ανιδιοτέλεια, αδιαφορία, έλλειψη ενδιαφέροντος, αδιαφορίας, έλλειψης ενδιαφέροντος
- désintéresser en grec - αμοιβή, αναπληρώνω, αντισταθμίζω, εξοφλήσει, πληρώσει μακριά, την αποπληρωμή, να πληρώσει μακριά, ...
Mots aléatoires
Désintégrer en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: σπάζω, αντεπίθεση, διάλλειμα, συνωστισμός, διάλειμμα, συνθλίβω, ζουλώ, αποσυντεθεί, αποσυντίθενται, διαλυθεί, διασπώνται, αποσαθρώνονται
Traductions: σπάζω, αντεπίθεση, διάλλειμα, συνωστισμός, διάλειμμα, συνθλίβω, ζουλώ, αποσυντεθεί, αποσυντίθενται, διαλυθεί, διασπώνται, αποσαθρώνονται