Désintéresser en grec
Traduction: désintéresser, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
αμοιβή, αναπληρώνω, αντισταθμίζω, εξοφλήσει, πληρώσει μακριά, την αποπληρωμή, να πληρώσει μακριά, πληρώσετε μακριά
Autres langues
Mots associés / Définition (def): désintéresser
désintéresser antonymes, désintéresser conjugaison, désintéresser de, désintéresser grammaire, désintéresser les cautions, désintéresser dictionnaire de langue grec, désintéresser en grec
Traductions
- désintégrer en grec - σπάζω, αντεπίθεση, διάλλειμα, συνωστισμός, διάλειμμα, συνθλίβω, ζουλώ, ...
- désintéressement en grec - ανιδιοτέλεια, αδιαφορία, έλλειψη ενδιαφέροντος, αδιαφορίας, έλλειψης ενδιαφέροντος
- désintéressé en grec - ανιδιοτελής, αφιλοκερδής, ανιδιοτελή, αφιλοκερδούς, αδιαφορώ
- désintéressée en grec - αφιλοκερδής, ανιδιοτελής, ανιδιοτελή, αφιλοκερδούς, αδιαφορώ
Mots aléatoires
Désintéresser en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: αμοιβή, αναπληρώνω, αντισταθμίζω, εξοφλήσει, πληρώσει μακριά, την αποπληρωμή, να πληρώσει μακριά, πληρώσετε μακριά
Traductions: αμοιβή, αναπληρώνω, αντισταθμίζω, εξοφλήσει, πληρώσει μακριά, την αποπληρωμή, να πληρώσει μακριά, πληρώσετε μακριά