Différentiel en grec
Traduction: différentiel, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
διαφορικός, απόκλιση, διαφορική, διαφορά, διαφορικής
Autres langues
Mots associés / Définition (def): différentiel
diagnostic différentiel, differentiel, différentiel 30ma, différentiel antonymes, différentiel auto, différentiel dictionnaire de langue grec, différentiel en grec
Traductions
- différend en grec - διένεξη, διαπληκτίζομαι, διαμάχη, διχόνοια, ασυμφωνία, διαφορά, λογομαχία, ...
- différent en grec - άλλος, αλλοδαπός, αρκετοί, χωρίζω, διάφορος, αρκετές, ιδιαίτερος, ...
- différentielle en grec - διαφορικός, απόκλιση, διαφορική, διαφορά, διαφορικής
- différentier en grec - διαφοροποιώ, διαφοροποιούν, διαφοροποίηση, διαφοροποιούνται, διαφοροποιηθούν, διαφοροποιήσει
Mots aléatoires
Différentiel en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: διαφορικός, απόκλιση, διαφορική, διαφορά, διαφορικής
Traductions: διαφορικός, απόκλιση, διαφορική, διαφορά, διαφορικής