Disconvenir en grec
Traduction: disconvenir, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
αντιλέγω, διεκδικώ, διαφωνία, διαψεύδω, αντιφάσκω, διένεξη, διαφωνώ, διαφωνούν, διαφωνείτε, διαφωνούμε, διαφωνεί
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): disconvenir
disconvenir antonymes, disconvenir conjugaison, disconvenir de, disconvenir def, disconvenir definicion, disconvenir dictionnaire de langue grec, disconvenir en grec
Traductions
- discontinuées en grec - Διακοπείσες, διακοπεί, Διακοπτόμενες, κυκλοφορία έχει διακοπεί, η κυκλοφορία έχει διακοπεί
- discontinués en grec - Διακοπείσες, διακοπεί, Διακοπτόμενες, κυκλοφορία έχει διακοπεί, η κυκλοφορία έχει διακοπεί
- discordance en grec - ασυμφωνία, χασμωδία, διχόνοια, ασυνέπεια, η ασυμφωνία της, αντικομφορμισμού, ασυμφωνία της
- discordant en grec - παραχονδρός, παράφωνος, ασύμφωνου, ασύμφωνων, ασύμφωνα
Mots aléatoires
Disconvenir en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: αντιλέγω, διεκδικώ, διαφωνία, διαψεύδω, αντιφάσκω, διένεξη, διαφωνώ, διαφωνούν, διαφωνείτε, διαφωνούμε, διαφωνεί
Traductions: αντιλέγω, διεκδικώ, διαφωνία, διαψεύδω, αντιφάσκω, διένεξη, διαφωνώ, διαφωνούν, διαφωνείτε, διαφωνούμε, διαφωνεί