Dissociées en grec
Traduction: dissociées, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
διαχωριστεί, αποσυνδεθεί, αποσυνδεθούν, διίσταται, διαχωρίζεται
Autres langues
Mots associés / Définition (def): dissociées
alimentation dissociées, cellules dissociées, dissociées antonymes, dissociées grammaire, dissociées mots croisés, dissociées dictionnaire de langue grec, dissociées en grec
Traductions
- dissocié en grec - διαχωριστεί, αποσυνδεθεί, αποσυνδεθούν, διίσταται, διαχωρίζεται
- dissociée en grec - διαχωριστεί, αποσυνδεθεί, αποσυνδεθούν, διίσταται, διαχωρίζεται
- dissociés en grec - διαχωριστεί, αποσυνδεθεί, αποσυνδεθούν, διίσταται, διαχωρίζεται
- dissolu en grec - έκφυλος, φαιδρός, εύθυμος, ομοφυλόφιλος, έκλυτος, ακόλαστος, χαρούμενος, ...
Mots aléatoires
Dissociées en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: διαχωριστεί, αποσυνδεθεί, αποσυνδεθούν, διίσταται, διαχωρίζεται
Traductions: διαχωριστεί, αποσυνδεθεί, αποσυνδεθούν, διίσταται, διαχωρίζεται