Divorçai en grec
Traduction: divorçai, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
ήταν διαζευγμένη, είναι διαζευγμένος, πήρε διαζύγιο
Autres langues
Mots associés / Définition (def): divorçai
divorçai antonymes, divorçai grammaire, divorçai mots croisés, divorçai signification, divorçai synonyme, divorçai dictionnaire de langue grec, divorçai en grec
Traductions
- divorcés en grec - διαζευγμένος, διαζευγμένη, διαζευγμένοι, χώρισαν, διαζευγμένων
- divorça en grec - διαζευγμένος, διαζευγμένη, διαζευγμένοι, χώρισαν, διαζευγμένων
- divorçant en grec - διαζύγιο, το διαζύγιο, χωρίζοντας, διαζύγιο από, παίρνουν διαζύγιο
- divorçons en grec - διαζύγιο, πάρουν διαζύγιο, παίρνουν διαζύγιο, διαζυγίου, περίπτωση διαζυγίου, οδηγηθούν σε διαζύγιο
Mots aléatoires
Divorçai en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: ήταν διαζευγμένη, είναι διαζευγμένος, πήρε διαζύγιο
Traductions: ήταν διαζευγμένη, είναι διαζευγμένος, πήρε διαζύγιο