Divulgue en grec
Traduction: divulgue, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
αποκαλύψει, γνωστοποιεί, αποκαλύπτουν, αποκαλύπτει, γνωστοποιούν
Autres langues
Mots associés / Définition (def): divulgue
divulgue ai israel novaes, divulgue ai que eu to solteiro, divulgue antonymes, divulgue aí que eu tô solteiro e tô querendo amar, divulgue ddtank, divulgue dictionnaire de langue grec, divulgue en grec
Traductions
- divulguant en grec - αποκάλυψη, αποκαλύπτεις, και γνωστοποίηση, δεν κοινολογεί, αποκαλύπτοντα
- divulguent en grec - αποκαλύψει, γνωστοποιεί, αποκαλύπτουν, αποκαλύπτει, γνωστοποιούν
- divulguer en grec - επέκταση, διανέμω, απλώνω, μοιράζω, απονέμω, διαδίδω, φουντώνω, ...
Mots aléatoires
Divulgue en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: αποκαλύψει, γνωστοποιεί, αποκαλύπτουν, αποκαλύπτει, γνωστοποιούν
Traductions: αποκαλύψει, γνωστοποιεί, αποκαλύπτουν, αποκαλύπτει, γνωστοποιούν