Don en grec
Traduction: don, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
υποτροφία, χορηγώ, συμβολή, πριμοδότηση, δωρεά, ποδοκόπι, παρουσιάζω, δώρο, παρών, πεσκέσι, συνεισφορά, επίδομα, προικοδότηση, φιλοδώρημα, επιχορηγώ, χάρισμα, δώρων, δώρου, το δώρο, δώρα
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): don
danza kuduro, don antonymes, don bosco, don camillo, don d'organe, don dictionnaire de langue grec, don en grec
Traductions
- dompter en grec - απασχολώ, τιθασεύω, απορροφώ, αιχμαλωτίζω, αιχμαλωσία, αγελάδα, εξημερώνω, ...
- dompteur en grec - θηριοδαμαστής, Tamer, Ο Tamer, πιό ήμερο, πιό ήμερη
- donateur en grec - δότης, χορηγός, χορηγώ, δωρητής, δότη, του δότη, δωρητή
- donation en grec - προικοδότηση, πεσκέσι, συμβολή, δώρο, χάρισμα, συνεισφορά, δωρεά, ...
Mots aléatoires
Don en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: υποτροφία, χορηγώ, συμβολή, πριμοδότηση, δωρεά, ποδοκόπι, παρουσιάζω, δώρο, παρών, πεσκέσι, συνεισφορά, επίδομα, προικοδότηση, φιλοδώρημα, επιχορηγώ, χάρισμα, δώρων, δώρου, το δώρο, δώρα
Traductions: υποτροφία, χορηγώ, συμβολή, πριμοδότηση, δωρεά, ποδοκόπι, παρουσιάζω, δώρο, παρών, πεσκέσι, συνεισφορά, επίδομα, προικοδότηση, φιλοδώρημα, επιχορηγώ, χάρισμα, δώρων, δώρου, το δώρο, δώρα