Drogue en grec

Traduction: drogue, Dictionnaire: français » grec

Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
ναρκωτικό, ντοπάρω, φάρμακο, φαρμάκου, ναρκωτικών, φαρμάκων, ναρκωτικά
Drogue en grec
Mots associés
Autres langues

Mots associés / Définition (def): drogue

cannabis, crocodile, drogue antonymes, drogue auditive, drogue crocodile, drogue dictionnaire de langue grec, drogue en grec

Traductions

  • driller en grec - τριβελίζω, τροχός, άσκηση, τρυπάνι, τρυπανιού, διάτρησης, δράπανο
  • drivers en grec - οδηγών, οδηγοί, οι οδηγοί, οδηγούς, οδήγησης
  • droguer en grec - ναρκωτικό, φάρμακο, φαρμάκου, ναρκωτικών, φαρμάκων, ναρκωτικά
  • droguerie en grec - φαρμακείο, κατάστημα υλικού, κατάστημα σιδηρικών, αποθήκη υλικού, χώρο αποθήκευσης υλικού, κατάστημα σιδερικών
Mots aléatoires
Drogue en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: ναρκωτικό, ντοπάρω, φάρμακο, φαρμάκου, ναρκωτικών, φαρμάκων, ναρκωτικά