Effectués en grec

Traduction: effectués, Dictionnaire: français » grec

Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
εκτελούνται, εκτελείται, που εκτελούνται, πραγματοποιείται, πραγματοποιήθηκε
Effectués en grec
Autres langues

Mots associés / Définition (def): effectués

effectuer synonyme, effectuer traduction, effectuer translation, effectuées ou effectués, effectués antonymes, effectués dictionnaire de langue grec, effectués en grec

Traductions

  • effectuée en grec - εκτελούνται, εκτελείται, που εκτελούνται, πραγματοποιείται, πραγματοποιήθηκε
  • effectuées en grec - εκτελούνται, εκτελείται, που εκτελούνται, πραγματοποιείται, πραγματοποιήθηκε
  • effervescence en grec - βράζω, αναβρασμός, αναβρασμό, αναβρασμού, ο αναβρασμός, αφρισμού
  • effervescent en grec - αναβράζων, αναβραζουσών, αναβράζοντα, αναβράζον, αναβράζουσα
Mots aléatoires
Effectués en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: εκτελούνται, εκτελείται, που εκτελούνται, πραγματοποιείται, πραγματοποιήθηκε