Efficience en grec
Traduction: efficience, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
αποδοτικότητα, αποτελεσματικότητα, απόδοσης, αποτελεσματικότητας, αποδοτικότητας
Autres langues
Mots associés / Définition (def): efficience
co efficience, différence efficience efficacité, définition de efficience, définition efficience, efficacité, efficience dictionnaire de langue grec, efficience en grec
Traductions
- efficacement en grec - αποτελεσματικά, αποτελεσματική, ουσιαστικά, αποτελεσματικότερα, αποτελεσματικό
- efficacité en grec - αρετή, φρονιμάδα, προτέρημα, αποδοτικότητα, προσόν, αποτελεσματικότητα, αποτελεσματικότητας, ...
- effigie en grec - σχήμα, μορφώνω, διαμορφώνω, σχηματίζω, ζωγραφιά, εικόνα, πρόσωπο, ...
Mots aléatoires
Efficience en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: αποδοτικότητα, αποτελεσματικότητα, απόδοσης, αποτελεσματικότητας, αποδοτικότητας
Traductions: αποδοτικότητα, αποτελεσματικότητα, απόδοσης, αποτελεσματικότητας, αποδοτικότητας