Effronté en grec
Traduction: effronté, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
ασύστολος, ζωντανός, φρέσκος, εμπρός, νωπός, θρασύς, αυθάδης, δροσερός, αδιάντροπος, ιταμός, καραφλός, μπροστινός, φαλακρός, ξετσίπωτος, αναιδής, μπρος, αναιδή, ψιλοκρεμαστό, αναιδές
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): effronté
effronté antonymes, effronté citation, effronté comme un page, effronté contraire, effronté definition francais, effronté dictionnaire de langue grec, effronté en grec
Traductions
- effroi en grec - τρομάζω, φόβος, ανησυχία, φρίκη, πανικοβάλλω, τρόμος, άγχος, ...
- effronterie en grec - θράσος, νεύρο, μάγουλο, κόρα, καύκαλο, χολή, αναίδεια, ...
- effrontément en grec - αναισχύντως, ξεδιάντροπα, αναίσχυντα, αδιάντροπα, χωρίς αιδώ
- effroyable en grec - θνητός, έσχατος, θανάσιμος, φριχτός, φοβερός, άρρωστος, μακάβριος, ...
Mots aléatoires
Effronté en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: ασύστολος, ζωντανός, φρέσκος, εμπρός, νωπός, θρασύς, αυθάδης, δροσερός, αδιάντροπος, ιταμός, καραφλός, μπροστινός, φαλακρός, ξετσίπωτος, αναιδής, μπρος, αναιδή, ψιλοκρεμαστό, αναιδές
Traductions: ασύστολος, ζωντανός, φρέσκος, εμπρός, νωπός, θρασύς, αυθάδης, δροσερός, αδιάντροπος, ιταμός, καραφλός, μπροστινός, φαλακρός, ξετσίπωτος, αναιδής, μπρος, αναιδή, ψιλοκρεμαστό, αναιδές