Entourèrent en grec
Traduction: entourèrent, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
περιβάλλεται, που περιβάλλεται, περιβάλλονται, περιτριγυρισμένο, που περιβάλλονται
Autres langues
Mots associés / Définition (def): entourèrent
entourèrent antonymes, entourèrent grammaire, entourèrent mots croisés, entourèrent signification, entourèrent synonyme, entourèrent dictionnaire de langue grec, entourèrent en grec
Traductions
- entourons en grec - πλαισίωση, πλαισιώνω, περικυκλώνω, surround, περιβάλλοντος, περιβάλλοντα, περιβάλλουν, ...
- entouré en grec - περιβάλλεται, που περιβάλλεται, περιβάλλονται, περιτριγυρισμένο, που περιβάλλονται
- entourée en grec - περιβάλλεται, που περιβάλλεται, περιβάλλονται, περιτριγυρισμένο, που περιβάλλονται
Mots aléatoires
Entourèrent en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: περιβάλλεται, που περιβάλλεται, περιβάλλονται, περιτριγυρισμένο, που περιβάλλονται
Traductions: περιβάλλεται, που περιβάλλεται, περιβάλλονται, περιτριγυρισμένο, που περιβάλλονται