Espacer en grec
Traduction: espacer, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
διανέμω, διάστημα, χώρος, κατανέμω, αραιώνω, διαστήματα έξω, κατά διαστήματα έξω, κατά διαστήματα έξω η, διαστήματα έξω η
Autres langues
Mots associés / Définition (def): espacer
espace 300, espacer antonymes, espacer cellule tableau html, espacer conjugaison, espacer grammaire, espacer dictionnaire de langue grec, espacer en grec
Traductions
- espace en grec - διάστημα, άπειρος, χάσμα, χώρος, απόσταση, διάλειμμα, βαθμός, ...
- espacement en grec - σφαίρα, κενό, διάλειμμα, χάσμα, χώρος, γυμνοσάλιαγκας, διάστημα, ...
- espacé en grec - σποραδικός, διαστήματα, απόσταση μεταξύ τους, απέχοντα, αποστάσεις, απόσταση μεταξύ
- espacées en grec - διαστήματα, απόσταση μεταξύ τους, απέχοντα, αποστάσεις, απόσταση μεταξύ
Mots aléatoires
Espacer en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: διανέμω, διάστημα, χώρος, κατανέμω, αραιώνω, διαστήματα έξω, κατά διαστήματα έξω, κατά διαστήματα έξω η, διαστήματα έξω η
Traductions: διανέμω, διάστημα, χώρος, κατανέμω, αραιώνω, διαστήματα έξω, κατά διαστήματα έξω, κατά διαστήματα έξω η, διαστήματα έξω η