Excepté en grec
Traduction: excepté, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
όμως, άλλωστε, πλάι, αλλά, δίπλα, χωριστά, εκτός, εκτός από, εξαίρεση, με εξαίρεση
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): excepté
accord excepté, définition excepté, excepté accord, excepté antonymes, excepté def, excepté dictionnaire de langue grec, excepté en grec
Traductions
- exceptionnel en grec - μοναδικός, ιδιόμορφος, εξαιρετικός, τεράστιος, ενικός, σπάνιος, εξαιρετικές, ...
- exceptionnellement en grec - κατ 'εξαίρεση,, εξαιρετικά, εξαίρεση
- excessif en grec - απλοχέρης, υπεράριθμος, πλεόνασμα, εξωφρενικός, υπερβολικός, πλεονάζων, πολυδάπανος, ...
- excessivement en grec - υπερβολικά, εξαιρετικά, υπερβολική, υπέρμετρα, υπερβολικό
Mots aléatoires
Excepté en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: όμως, άλλωστε, πλάι, αλλά, δίπλα, χωριστά, εκτός, εκτός από, εξαίρεση, με εξαίρεση
Traductions: όμως, άλλωστε, πλάι, αλλά, δίπλα, χωριστά, εκτός, εκτός από, εξαίρεση, με εξαίρεση