Facultatif en grec
Traduction: facultatif, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
οτιδήποτε, αυθαίρετος, καθόλου, προαιρετικός, προαιρετικό, προαιρετική, προαιρετικά, προαιρετικές
Autres langues
Mots associés / Définition (def): facultatif
facultatif antonymes, facultatif contraire, facultatif definition, facultatif définition, facultatif eklablog, facultatif dictionnaire de langue grec, facultatif en grec
Traductions
- facturées en grec - τιμολογούνται, τιμολογηθεί, τιμολογείται, τιμολογήθηκαν, που τιμολογείται
- facturés en grec - χρεώνεται, φορτισμένη, χρεώνονται, χρεωθεί, φορτισμένα
- faculté en grec - ικανότητα, κλίση, χωρητικότητα, κύρος, δύναμη, δωρεά, προσωπικό, ...
- facétie en grec - αστείο, σκέρτσο, ανέκδοτο, αστείου, αστεία, το αστείο
Mots aléatoires
Facultatif en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: οτιδήποτε, αυθαίρετος, καθόλου, προαιρετικός, προαιρετικό, προαιρετική, προαιρετικά, προαιρετικές
Traductions: οτιδήποτε, αυθαίρετος, καθόλου, προαιρετικός, προαιρετικό, προαιρετική, προαιρετικά, προαιρετικές