Fanatique en grec
Traduction: fanatique, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
μανιβέλα, φανατικός, παρτιζάνος, λυσσαλέος, φανατικούς, φανατικοί, φανατικό, φανατικών
Autres langues
Mots associés / Définition (def): fanatique
fanatic game, fanatique antonymes, fanatique des pieds, fanatique définition, fanatique film, fanatique dictionnaire de langue grec, fanatique en grec
Traductions
- famélique en grec - πεινασμένος, πεθαίνουν από την πείνα, λιμοκτονούν, που λιμοκτονούν, πεινασμένους, λιμοκτονεί
- fanal en grec - φανάρι, φανός, φαναράκι, φάρος, φάρο, φάρου, beacon, ...
- fanatisme en grec - φανατισμός, φανατισμό, φανατισμού, τον φανατισμό, του φανατισμού
Mots aléatoires
Fanatique en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: μανιβέλα, φανατικός, παρτιζάνος, λυσσαλέος, φανατικούς, φανατικοί, φανατικό, φανατικών
Traductions: μανιβέλα, φανατικός, παρτιζάνος, λυσσαλέος, φανατικούς, φανατικοί, φανατικό, φανατικών