Fonctionnement en grec
Traduction: fonctionnement, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
κυκλοφορία, δουλειά, παράσταση, δουλεύω, εργασία, λειτουργώ, τρέξιμο, πρακτορείο, δραστηριότητα, απόδοση, δράση, εγχείρηση, κίνημα, εργάζομαι, κίνηση, υπηρεσία, λειτουργία, λειτουργίας, τη λειτουργία, πράξη, επιχείρηση
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): fonctionnement
centrale nucléaire, fonctionne, fonctionnement antonymes, fonctionnement assurance vie, fonctionnement centrale nucléaire, fonctionnement dictionnaire de langue grec, fonctionnement en grec
Traductions
- fonctionnel en grec - άνετος, βολικός, λειτουργικός, λειτουργική, λειτουργικό, λειτουργικές, λειτουργικά
- fonctionnelle en grec - λειτουργικός, Λειτουργική, Λειτουργικές, Λειτουργικά, Λειτουργικό
- fonctionnent en grec - δεξίωση, λειτουργία, λειτουργώ, εργασίας, εργάσιμες, εργάζονται, που εργάζονται, ...
- fonctionner en grec - εργάζομαι, δεξίωση, εκτελώ, πηγαίνω, λειτουργώ, δουλειά, εργασία, ...
Mots aléatoires
Fonctionnement en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: κυκλοφορία, δουλειά, παράσταση, δουλεύω, εργασία, λειτουργώ, τρέξιμο, πρακτορείο, δραστηριότητα, απόδοση, δράση, εγχείρηση, κίνημα, εργάζομαι, κίνηση, υπηρεσία, λειτουργία, λειτουργίας, τη λειτουργία, πράξη, επιχείρηση
Traductions: κυκλοφορία, δουλειά, παράσταση, δουλεύω, εργασία, λειτουργώ, τρέξιμο, πρακτορείο, δραστηριότητα, απόδοση, δράση, εγχείρηση, κίνημα, εργάζομαι, κίνηση, υπηρεσία, λειτουργία, λειτουργίας, τη λειτουργία, πράξη, επιχείρηση