Fortuit en grec
Traduction: fortuit, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
περιστατικό, πρόχειρος, συγκυρία, ξέγνοιαστος, παρείσακτος, επεισόδιο, ανεπίσημος, αδέσποτος, ευκαιρία, τυχαίος, τύχη, σποραδικός, πιθανότητα, τυχαία, τυχαίο, τυχαίες, τυχαίου
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): fortuit
cas fortuit, fortuit antonyme, fortuit antonymes, fortuit cnrtl, fortuit dictionnaire, fortuit dictionnaire de langue grec, fortuit en grec
Traductions
- fortifiées en grec - εμπλουτισμένα, οχυρωμένη, οχυρωμένο, αλκοολωμένου, τα εμπλουτισμένα
- fortifiés en grec - Ενισχυμένο, Ενισχυμένα, Εμπλουτισμένα, Οχυρωμένη, Οχυρωμένες
- fortune en grec - ακίνητο, ουσία, σπίτι, ευτυχία, πλούτος, περιουσία, κτήμα, ...
- fortuné en grec - εύπορος, τυχερός, καλότυχος, πλούσιος, άφθονος, ευτυχισμένος, ευκατάστατος, ...
Mots aléatoires
Fortuit en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: περιστατικό, πρόχειρος, συγκυρία, ξέγνοιαστος, παρείσακτος, επεισόδιο, ανεπίσημος, αδέσποτος, ευκαιρία, τυχαίος, τύχη, σποραδικός, πιθανότητα, τυχαία, τυχαίο, τυχαίες, τυχαίου
Traductions: περιστατικό, πρόχειρος, συγκυρία, ξέγνοιαστος, παρείσακτος, επεισόδιο, ανεπίσημος, αδέσποτος, ευκαιρία, τυχαίος, τύχη, σποραδικός, πιθανότητα, τυχαία, τυχαίο, τυχαίες, τυχαίου