Frugalité en grec
Traduction: frugalité, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
λιτότητα, μετριοπάθεια, σεμνότητα, ταπεινοφροσύνη, μετριοφροσύνη, απλότητα, εγκράτεια, λιτότητας, τη λιτότητα, λιτότης, λιτότητά
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): frugalité
frugalité antonyme, frugalité antonymes, frugalité blog, frugalité choisie, frugalité choisie credoc, frugalité dictionnaire de langue grec, frugalité en grec
Traductions
- frugal en grec - απλός, φειδωλός, μετριόφρων, ταπεινός, λιτός, σεμνός, μετριόφρονας, ...
- frugalement en grec - φειδώ, λιτά, με φειδώ, frugally, ολιγαρκώς
- fruit en grec - καρπός, φρούτο, έμβρυο, κέρδος, ωφέλεια, απολαβή, λάφυρα, ...
- fruiterie en grec - οπωροπώλης, οπωροφόρα, οπωροφόρων
Mots aléatoires
Frugalité en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: λιτότητα, μετριοπάθεια, σεμνότητα, ταπεινοφροσύνη, μετριοφροσύνη, απλότητα, εγκράτεια, λιτότητας, τη λιτότητα, λιτότης, λιτότητά
Traductions: λιτότητα, μετριοπάθεια, σεμνότητα, ταπεινοφροσύνη, μετριοφροσύνη, απλότητα, εγκράτεια, λιτότητας, τη λιτότητα, λιτότης, λιτότητά