Générées en grec
Traduction: générées, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
παράγεται, που παράγεται, δημιουργείται, δημιουργούνται, που δημιουργούνται
Autres langues
Mots associés / Définition (def): générées
auto-générées, ayant générées, classes générées, definition de générées, générées antonymes, générées dictionnaire de langue grec, générées en grec
Traductions
- généré en grec - παράγεται, που παράγεται, δημιουργείται, δημιουργούνται, που δημιουργούνται
- générée en grec - παράγεται, που παράγεται, δημιουργείται, δημιουργούνται, που δημιουργούνται
- générés en grec - παράγεται, που παράγεται, δημιουργείται, δημιουργούνται, που δημιουργούνται
- génétique en grec - γενετικός, χαρακτηριστικός, γενετική, γενετικής, γενετικών, γενετικό, γενετικές
Mots aléatoires
Générées en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: παράγεται, που παράγεται, δημιουργείται, δημιουργούνται, που δημιουργούνται
Traductions: παράγεται, που παράγεται, δημιουργείται, δημιουργούνται, που δημιουργούνται