Géologie en grec
Traduction: géologie, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
γεωλογία, Γεωλογίας, τη γεωλογία, Γεωλογικών, η γεωλογία
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): géologie
carte géologique, cours géologie, définition géologie, geologie, géologie 1ere s, géologie dictionnaire de langue grec, géologie en grec
Traductions
- géographie en grec - γεωγραφία, γεωγραφίας, τη γεωγραφία, γεωγραφική, η γεωγραφία
- géographique en grec - γεωγραφικός, γεωγραφική, γεωγραφικής, γεωγραφικών, γεωγραφικές
- géologique en grec - γεωλογικός, γεωλογική, γεωλογικές, γεωλογικών, γεωλογικούς σχηματισμούς
- géomorphologie en grec - γεωμορφολογία, γεωμορφολογίας, η γεωμορφολογία, της γεωμορφολογίας, τη γεωμορφολογία
Mots aléatoires
Géologie en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: γεωλογία, Γεωλογίας, τη γεωλογία, Γεωλογικών, η γεωλογία
Traductions: γεωλογία, Γεωλογίας, τη γεωλογία, Γεωλογικών, η γεωλογία