Groom en grec
Traduction: groom, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
γαμπρός, ιπποκόμος, υπηρέτης ξενοδοχείου, θυρωρό, γκρουμ, αχθοφόρων, πλυντηρίου Δυνατότητα
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): groom
bride and groom, bride groom, dorma, ferme porte, groom antonymes, groom dictionnaire de langue grec, groom en grec
Traductions
- gronder en grec - γκρινιάζω, επιπλήττω, μεμψιμοιρώ, βρυχηθμός, μπουμπουνίζω, ωρύομαι, επιτιμώ, ...
- grondeur en grec - μεμψίμοιρος, γκρινιάρης, βομβητής, μικρό όγκο πάγου, όγκο πάγου
- gros en grec - ισχυρός, εύσαρκος, αγροίκος, πυκνός, έντονος, ακαθάριστος, λίπος, ...
- groseille en grec - σταφίδα, σταφίδας, φραγκοστάφυλα, φραγκοστάφυλου, κορινθιακής σταφίδας
Mots aléatoires
Groom en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: γαμπρός, ιπποκόμος, υπηρέτης ξενοδοχείου, θυρωρό, γκρουμ, αχθοφόρων, πλυντηρίου Δυνατότητα
Traductions: γαμπρός, ιπποκόμος, υπηρέτης ξενοδοχείου, θυρωρό, γκρουμ, αχθοφόρων, πλυντηρίου Δυνατότητα