Hégémonie en grec
Traduction: hégémonie, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
κυριαρχία, αποφασίζω, λικνίζομαι, κανόνας, ηγεμονία, ιθύνω, έλεγχος, βασιλεύω, πείθω, ταλαντεύομαι, ηγεσία, εξουσιάζω, ηγεμονίας, την ηγεμονία, ηγεμονία των, η ηγεμονία
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): hégémonie
def hégémonie, hégémonie américaine, hégémonie anglais, hégémonie antonymes, hégémonie culturelle, hégémonie dictionnaire de langue grec, hégémonie en grec
Traductions
- hécatombe en grec - σφαγή, μακελειό, πελεκώ, εκατόμβη, την εκατόμβη
- hédoniste en grec - ηδονιστής, ηδονιστή, πανηδονιστής
- hélas en grec - δυστυχώς, Ατυχώς
- héler en grec - κλήση, τηλεφωνώ, καταιγισμός, αναφωνώ, χαλάζι, φωνάξει, χαιρετίζουν, ...
Mots aléatoires
Hégémonie en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: κυριαρχία, αποφασίζω, λικνίζομαι, κανόνας, ηγεμονία, ιθύνω, έλεγχος, βασιλεύω, πείθω, ταλαντεύομαι, ηγεσία, εξουσιάζω, ηγεμονίας, την ηγεμονία, ηγεμονία των, η ηγεμονία
Traductions: κυριαρχία, αποφασίζω, λικνίζομαι, κανόνας, ηγεμονία, ιθύνω, έλεγχος, βασιλεύω, πείθω, ταλαντεύομαι, ηγεσία, εξουσιάζω, ηγεμονίας, την ηγεμονία, ηγεμονία των, η ηγεμονία